Stalking, παρενοχλητική παρακολούθηση – Ανάγκη ποινικοποίησης
Η παρενοχλητική παρακολούθηση (Stalking) είναι η πιο πρόσφατη και ταχύτερα αναπτυσσόμενη μορφή «προσωπικής» τρομοκρατίας, η οποία επηρεάζει δυσανάλογα τις γυναίκες ως μορφή έκφυλης βίας ένεκα της φύσης της. Είναι αφανής βία, η οποία παραβιάζει τις πρόνοιες για τα ανθρώπινα δικαιώματα που αφορούν την απόλαυση της ιδιωτικής ζωής, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις δύναται να οδηγήσει ακόμη και σε φόνο.
Aφορά κατ’ εξακολούθηση παράνομες ενέργειες εις βάρος ενός ατόμου, σε διάφορες μορφές, οι οποίες από μόνες τους δύναται να συνιστούν ή να μην συνιστούν ποινικά κολάσιμες πράξεις. Οι εν λόγω ενέργειες εισχωρούν στη ζωή των θυμάτων, παραβιάζοντας το θεμελιώδες δικαίωμά τους στην προστασία της ιδιωτικής ζωής, το οποίο κατοχυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 15 του Συντάγματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της έντασης τού πώς βιώνεται η παρενοχλητική παρακολούθηση από ένα θύμα, είναι η παρομοίωσή της με καθημερινό βιασμό της ψυχολογίας και της αξιοπρέπειάς του.
Σύμφωνα με στοιχεία που προέκυψαν από τη μεγαλύτερη δημοσκοπική έρευνα που διεξήχθη στην Ε.Ε. αναφορικά με το θέμα, 11% (έντεκα τοις εκατό) των γυναικών στην Κύπρο, βίωσαν παρενοχλητική παρακολούθηση, οποιασδήποτε μορφής, με τα θύματα να ξεκινούν από την ηλικία των 12 ετών, ποσοστό που υποδεικνύει, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα μέλη της Ε.Ε., την αυξανόμενη τάση στην κοινωνία μας.
Η παρενοχλητική παρακολούθηση, ένεκα της ραγδαίας αύξησής της και των επιπτώσεων που έχει, απασχόλησε έντονα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο με τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης το 2011, (κατωτέρω «Σύμβαση»), θέλησε να αντιμετωπίσει το ζήτημα. Μάλιστα, το Άρθρο 34 αυτής, αναφέρει ότι: «Τα Μέρη (ήτοι τα κράτη που υιοθέτησαν τη Σύμβαση) θα λαμβάνουν τα αναγκαία νομοθετικά ή άλλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν την ποινικοποίηση της εσκεμμένης ενασχόλησης με απειλητική συμπεριφορά κατά άλλου προσώπου, προκαλώντας τον φόβο για το ίδιο το πρόσωπο ή την ασφάλειά του». Επιβάλλει, δηλαδή, στα κράτη που υιοθέτησαν τη Σύμβαση, να εισάγουν στις εθνικές τους έννομες τάξεις τέτοιες πρόνοιες, που να ποινικοποιούν, ήτοι να καθιστούν ποινικό αδίκημα, την παρενοχλητική συμπεριφορά.
Η Κυπριακή Δημοκρατία υπέγραψε τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης του 2011 στις 16/6/2015. Μέχρι τότε -και μέχρι σήμερα, δεν υπήρχε -και δεν υπάρχει στην κυπριακή έννομη τάξη νομοθετική πρόνοια που να καθιστά ποινικό αδίκημα την παρενοχλητική παρακολούθηση, ώστε να μπορεί να ασκηθεί ποινική δίωξη εκεί όπου εντοπίζεται η εν λόγω συμπεριφορά. Εξαίρεση, θα λέγαμε ότι αποτελεί το Άρθρο 32 του Περί Βίας στην Οικογένεια Νόμου, το οποίο προβλέπει «Κατηγορούμενος ή οποιοδήποτε πρόσωπο εκ μέρους του ή και από μόνο του ενοχλεί ή εκφοβίζει θύμα βίας (…) ή που προκαλεί ψυχική αναστάτωση σε θύμα βίας (...) διαπράττει αδίκημα (...)». Αντίθετα, τέτοιες πρόνοιες υπάρχουν σε χώρες όπως η Γερμανία, η Αυστρία, το Βέλγιο.
Ως αποτέλεσμα αυτού, στην κυπριακή έννομη τάξη, ο μόνος τρόπος να τιμωρηθεί ένα πρόσωπο που προβαίνει σε παρενοχλητική παρακολούθηση, είναι μέσα από την τιμωρία μεμονωμένων και/ή συγκεκριμένων ενεργειών που αποτελούν μορφές παρενοχλητικής συμπεριφοράς και ίσως μέρος μόνο της συνολικής του συμπεριφοράς, οι οποίες συνιστούν αυτοτελή, συγγενή, ποινικά αδικήματα όπως, για παράδειγμα, απειλή με βία (Άρθρο 176 Π.Κ.), ανήθικη προσβολή (Άρθρο 177 Π.Κ.) κ.ο.κ. Επομένως, η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει συμμορφωθεί, μέχρι στιγμής, με την υποχρέωσή της ως απορρέει από τη Σύμβαση, να ποινικοποιήσει την παρενοχλητική παρακολούθηση, προκειμένου να την αντιμετωπίσει αποτελεσματικά.
Δέον όμως να σημειωθεί, και είναι ενθαρρυντικό βέβαια, το γεγονός ότι, με πρωτοβουλία της βουλευτού Στέλλας Κυριακίδου, αλλά και της πρώην βουλευτού Αθηνάς Κυριακίδου, σε συνεργασία με την Επίτροπο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, την περίοδο αυτή, δρομολογείται, και έχουν ήδη αρχίσει σχετικές συζητήσεις και ενέργειες στη Βουλή και/ή στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, η ποινικοποίηση της παρενοχλητικής παρακολούθησης, είτε διά τροποποίησης της υφιστάμενης νομοθεσίας είτε διά εισαγωγής νέας νομοθεσίας.
Επιπλέον, πέραν της ανωτέρω πρωτοβουλίας, με παράδειγμα τις Η.Π.Α., όπου θύματα παρενοχλητικής παρακολούθησης μπορούν, μέσω διαδραστικών δικαστηριακών ιστοσελίδων, να πετύχουν διατάγματα πολιτικής προστασίας, ήτοι περιοριστικά μέτρα εναντίον όσων εις βάρος τους διαπράττουν το αδίκημα, εγκαινιάστηκε πρόσφατα στην Κύπρο, με πρωτοβουλία του ιδρύματος Fullbright των ΗΠΑ, σε συνεργασία με το Νομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, το πρόγραμμα «Μια Γυναίκα τη Φορά» (OWAAT). Μέσα από το πρόγραμμα αυτό, γυναίκες θύματα παρενοχλητικής συμπεριφοράς, μπορούν ηλεκτρονικά να αντλήσουν πληροφορίες, να ζητήσουν και να λάβουν καθοδήγηση, να προβούν σε ενέργειες προκειμένου να βοηθηθούν. Η ιστοσελίδα του προγράμματος αυτού είναι http://www.owaat-cy.com/el/#home-anchor.
Η παρενοχλητική παρακολούθηση αποτελεί ένα σοβαρό πρόβλημα της σύγχρονης εποχής και η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλει να προβεί στα απαιτούμενα διαβήματα προς αντιμετώπισή του. Σε κάθε περίπτωση, πρωτοβουλίες και ενέργειες ως οι ανωτέρω είναι ιδιαιτέρως σημαντικές και πρέπει να εκτιμώνται.
*Το παρών άρθρο έχει δημοσιευθεί στην εφημερίδα "ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ".